Στην ιστορική «δίκη των πιθήκων», το καλοκαίρι του 1925 στο Ντέιτον του Τενεσί, ο νεαρός καθηγητής Τζον Σκόουπς είχε βρεθεί στο εδώλιο επειδή δίδαξε Δαρβίνο στους μαθητές του. Το μελάνι του νομοθέτη δεν είχε προλάβει ακόμη να στεγνώσει. Απαγορεύεται, έλεγε η διάταξη, «να διδάσκει κανείς οιαδήποτε θεωρία που αρνείται την ιστορία της θεϊκής δημιουργίας όπως διδάσκεται στη Βίβλο και να διδάσκει αντ΄ αυτής ότι ο άνθρωπος κατάγεται από κατώτερη τάξη ζώων». Εθελοντικά στην υπεράσπιση ο κορυφαίος ποινικολόγος Κλάρενς Ντάροου. Ο Δαρβίνος, είχε πει, μας ανέβασε σε έναν λόφο, απ΄ όπου μπορούμε να δούμε μακρύτερα. Το τίμημα είναι ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε την ευχάριστη μυθολογία της Γένεσης.
Τόσα χρόνια μετά, η ένταση μεταξύ επιστημονικής γνώσης και θρησκευτικών δοξασιών εξακολουθεί να μας απασχολεί τόσο, ώστε να προβάλλονται με ολοσέλιδα όχι μόνον η ανακαλυφθείσα επιστολή του Αϊνστάιν, στην οποία η Αγία Γραφή χαρακτηρίζεται «πρωτόγονο ανθολόγιο μύθων» και ο Θεός «προϊόν της ανθρώπινης αδυναμίας», αλλά και οι υποθέσεις του αστρονόμου του Βατικανού Γκαμπριέλ Φούνες, σύμφωνα με τον οποίον ενδέχεται να υπάρχουν εξωγήινα νοήμονα όντα, ορισμένα εκ των οποίων ίσως είναι απαλλαγμένα από το προπατορικό αμάρτημα(!). Αυτά ως πιο πρόσφατο επεισόδιο μιας παρατεταμένης διαμάχης που άναψε από σειρά ευπώλητων (αλλά όχι ευκαταφρόνητων από άποψη ποιότητας) βιβλίων υπέρ της αθεΐας. Σε πρώτη ματιά, οι ειδήσεις αυτές λέγεται ότι δείχνουν την υποχώρηση των θρησκειών.
Αναρωτιέμαι μήπως αντίθετα προδίδουν την εντυπωσιακή αντοχή τους. Οι χριστιανοί του δυτικού κόσμου (και ολοένα περισσότεροι άνθρωποι στον πλανήτη) ζουν στην πράξη κυνηγώντας το χρήμα και τη δύναμη, επιδιώκοντας την επίγεια ευημερία και όχι την αμφίβολη μεταθανάτια, επιδεικνύοντας εμφανή προσήλωση στις «συνταγές» που κατασκευάζουν μηχανήματα παρά σε εκείνες που εγγυώνται θετική έκβαση την ημέρα της Κρίσεως. Παρά ταύτα εμφανίζονται ιδιαιτέρως απρόθυμοι να εγκαταλείψουν και επισήμως όχι μόνο την πίστη ότι υπάρχει Θεός, αλλά ούτε καν τις εξιστορήσεις των ιερών βιβλίων που έχουν διαψευσθεί από την ανθρώπινη γνώση. Αν θέλει κανείς να αναζητήσει το γιατί, χρειάζεται ίσως να σκεφθεί ότι μόνο τα θρησκεύματα παρέχουν ταυτόχρονα απάντηση στο ερώτημα του ανθρώπου για το επέκεινα αλλά και σύστημα κανόνων για τον τρόπο ζωής εδώ και τώρα. Οι αθεϊστικές κοσμοθεωρίες καλύπτουν το δεύτερο, η μόνη όμως μεταθανάτια παρηγορία που προσφέρουν στον πιστό τους είναι ότι θα βελτιωθεί η ανθρώπινη κοινωνία - των μελλοντικών ομοίων του: ο συγκεκριμένος πιστός θα γίνει μετά βεβαιότητος λίπασμα. Το « κοσμικόθρησκευτικό συναίσθημα» του Αϊνστάιν είναι ευγενές και ανθρωπιστικό, πάσχει όμως από το ίδιο έλλειμμα. Οτιδήποτε κοσμικό τελειώνει στα εγκόσμια. Για έναν κοσμικό, περί θεότητας αρμόζει μάλλον η (γενική) ρήση του Βιτγκενστάιν: «Για όσα δεν μπορεί να μιλάει κανείς, γι΄ αυτά πρέπει να σωπαίνει». Ο ίδιος μπορούσε να ζει συμφιλιωμένος με το μεγάλο ερωτηματικό, δεν χρειαζόταν παρηγορητική πίστη. Αλλοι φαίνεται ότι την έχουν ανάγκη. Ακόμη όμως και αν πιστεύει κανείς στον Θεό (άλλωστε, αν δεν έχει επιβεβαιωθεί η ύπαρξή του, δεν έχει πάντως αποδειχθεί το αντίθετο), δεν παραμένει πολύ δύσκολο να εμμένει στα επί μέρους των ιερών βιβλίων; Το Βατικανό, που επέμενε ότι ο Ηλιος περιστρέφεται γύρω από τη Γη, μπορεί να γίνει πειστικό μιλώντας για εξωγήινους που δεν δελεάστηκαν από τον όφι; Δεν είναι τουλάχιστον αντιφατικό να παρεμβαίνεις στο DΝΑ και να μη θεωρείς μύθους τις ιστορίες της Γένεσης;
Ο άνθρωπος που η σκέψη του έφτασε στις θεωρίες της σχετικότητας δεν θα ήταν δυνατόν να ζει σε τέτοια αντίφαση. Αναπόφευκτα, ήρθε στα λόγια του Κλάρενς Ντάροου. «Ευχάριστη μυθολογία» χαρακτήρισε τη Γένεση ο ποινικολόγος, «πρωτόγονο ανθολόγιο μύθων» ο Αϊνστάιν. Αλλά ο αστρονόμος του Πάπα αναζητεί άμωμους εξωγήινους...
ΤΟ ΒΗΜΑ Σάββατο 17 Μαΐου 2008
Δημήτρης Καστριώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου